lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόριο στα νορβηγικά

Λέξη:
εμπόριο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
bedrift, forretning, hånd, handel, kommers, næringsliv, trafikk, forhandle, handla, handle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά εμπόριο, εμπόριο υφασμάτων, εμπόριο τροφίμων, εμπόριο σιδήρου, εμπόριο ρύπων, εμπόριο οργάνων, εμπόριο στα νορβηγικά, bedrift στα ελληνικά
εμπόριο στα νορβηγικά