lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γλιστρώ στα ουγγρική

Λέξη:
γλιστρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
csúszás, siklás, csúszkál, belecsúsztat, benyomni, betolni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γλιστρώ, γλιστρώ στα ουγγρική, csúszás στα ελληνικά
γλιστρώ στα ουγγρική