lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δισταγμός στα ουγγρική

Λέξη:
δισταγμός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
habozás, hullámzás, tétovázás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δισταγμός, δισταγμός συνώνυμο, δισταγμός αγγλικά, δισταγμός στα ουγγρική, habozás στα ελληνικά
δισταγμός στα ουγγρική