lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοιλότητα στα ουγγρική

Λέξη:
κοιλότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (9):
gödör, lyuk, sírgödör, üreg, üreges, verem, fülke, kamra, zsiliptartó
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κοιλότητα, υπεζωκοτική κοιλότητα, στοματική κοιλότητα, ρινική κοιλότητα, περιτοναϊκή κοιλότητα, κοιλότητα του υπεζωκότα, κοιλότητα στα ουγγρική, gödör στα ελληνικά
κοιλότητα στα ουγγρική