lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μίσθωση στα ουγγρική

Λέξη:
μίσθωση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
bérbeadás, bérbevétel, bérlet, haszonbérlet
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μίσθωση, μίσθωση παραθεριστικής κατοικίας, μίσθωση ξενοδοχείου, μίσθωση λατομείου, μίσθωση κατοικίας καταγγελία, μίσθωση κατοικίας, μίσθωση στα ουγγρική, bérbeadás στα ελληνικά
μίσθωση στα ουγγρική