lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μερίδιο στα ουγγρική

Λέξη:
μερίδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (18):
adag, darab, funkció, gerezd, hányad, kultusz, osztályrész, rész, részesedés, részesség, részleg, részvét, részvétel, szervusz, szia, szántóföld, tisztelet, törtszám
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μερίδιο, μερίδιο των αγγέλων, μερίδιο αγοράς σταθερής τηλεφωνίας, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2013, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2012, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2011, μερίδιο στα ουγγρική, adag στα ελληνικά
μερίδιο στα ουγγρική