lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραγωγικός στα ουγγρική

Λέξη:
παραγωγικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
produktív, termelékeny
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παραγωγικός, παραγωγικόσ χάρτησ ελλάδασ, παραγωγικόσ συνεταιρισμόσ, παραγωγικός συνώνυμα, παραγωγικός συντελεστής, παραγωγικός συνεταιρισμός γυναικών κοκκινογείων δράμας σ.π.ε, παραγωγικός στα ουγγρική, produktív στα ελληνικά
παραγωγικός στα ουγγρική