lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τέχνασμα στα ουγγρική

Λέξη:
τέχνασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
hadicsel, művészet, agilitás, fürgeség, gyakorlottság, ipar, ügyesség
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τέχνασμα, τέχνασμα του θεμιστοκλή, τέχνασμα συνώνυμο, τέχνασμα συνωνυμο, τέχνασμα fourier, τέχνασμα στα ουγγρική, hadicsel στα ελληνικά
τέχνασμα στα ουγγρική