lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φημισμένος στα ουγγρική

Λέξη:
φημισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
dicső, híres, nevezetes
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική φημισμένος, φημισμένος συνώνυμο, φημισμένος συνώνυμα, φημισμένος κόκορας, φημισμένος στα ουγγρική, dicső στα ελληνικά
φημισμένος στα ουγγρική