lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όλος στα ουγγρική

Λέξη:
όλος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (12):
egész, feddhetetlenség, integrál, mindegyik, minden, mindenki, mindnyájan, valahány, valahányan, valamennyien, érintetlenség, összesség
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική όλος, όλως τυχαίως, όλος όλη όλο, όλος ο σαίξπηρ σε μια ώρα, όλος ο κόσμος στην ελλάδα, όλος ο κόσμος μια σκηνή, όλος στα ουγγρική, egész στα ελληνικά
όλος στα ουγγρική