lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσκοπος στα ουκρανικά

Λέξη:
άσκοπος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
безглуздий, безкорисний, безцільний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά άσκοπος, άσκοπος στα ουκρανικά, безглуздий στα ελληνικά
άσκοπος στα ουκρανικά