lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έτοιμος στα ουκρανικά

Λέξη:
έτοιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (19):
готовий, гідний, дозрілий, доспілий, достиглий, здатний, змужнілий, зробився-верхній, зрілий, ладний, поспілий, приготований, придатний, припадок, підготований, підходити, руки-мене-пагорб, спілий, стиглий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά έτοιμος, έτοιμοσ σοβάσ knauf, έτοιμος χλοοτάπητας τριφύλλι, έτοιμος χλοοτάπητας τιμές, έτοιμος χλοοτάπητας, έτοιμος συνώνυμα, έτοιμος στα ουκρανικά, готовий στα ελληνικά
έτοιμος στα ουκρανικά