lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγρόκτημα στα ουκρανικά

Λέξη:
αγρόκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
вигін, двір, загорода, загін, згинати, зігнути, койка, кошара, складати, складка, скласти, ферма, фунт, ярд
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αγρόκτημα, αγρόκτημα τιθορέα, αγρόκτημα οφιτεία, αγρόκτημα μελεαγρίς, αγρόκτημα λεωνίδιο, αγρόκτημα κόκκινος ακρίτας κιλκίς, αγρόκτημα στα ουκρανικά, вигін στα ελληνικά
αγρόκτημα στα ουκρανικά