lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιματηρός στα ουκρανικά

Λέξη:
αιματηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
кривавий, смертоносний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αιματηρός, αιματηρός στα ουκρανικά, кривавий στα ελληνικά
αιματηρός στα ουκρανικά