lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δαπανηρός στα ουκρανικά

Λέξη:
δαπανηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
дорогий, дорого
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δαπανηρός, δαπανηρός στα ουκρανικά, дорогий στα ελληνικά
δαπανηρός στα ουκρανικά