lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευεργέτης στα ουκρανικά

Λέξη:
ευεργέτης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
благодійник, добродійник, жертводавець
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ευεργέτης, στουρνάρας ευεργέτης, σίνας ευεργέτης, πτολεμαίος ευεργέτης, ευεργέτησ μετάφραση, ευεργέτης συνώνυμο, ευεργέτης στα ουκρανικά, благодійник στα ελληνικά
ευεργέτης στα ουκρανικά