lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευεργετικός στα ουκρανικά

Λέξη:
ευεργετικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (16):
благодійний, благодійницький, благотворний, благочинний, великодушний, вигода, вигідний, добро, добродчинний, добродійний, доброзичливий, доброчинний, корисний, милосердний, милостивий, цілющий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ευεργετικός, ευεργετικός υπολογισμός ποινής, ευεργετικός συνώνυμο, ευεργετικός συνώνυμα, ευεργετικός στα αγγλικά, ευεργετικός αντώνυμο, ευεργετικός στα ουκρανικά, благодійний στα ελληνικά
ευεργετικός στα ουκρανικά