lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλαμάκι στα ουκρανικά

Λέξη:
καλαμάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
люлька, перо, трубка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά καλαμάκι, καλαμάκι χοιρινό θερμίδες, καλαμάκι του χωριού, καλαμάκι στα όρθια, καλαμάκι μπαρ, καλαμάκι λαμπρινάκι, καλαμάκι στα ουκρανικά, люлька στα ελληνικά
καλαμάκι στα ουκρανικά