lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταρράκτης στα ουκρανικά

Λέξη:
καταρράκτης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
каскад, катаракта, вистрілити, водоспад, полювання, стріляти
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά καταρράκτης, καταρράκτης χίου, καταρράκτης τζουμέρκων, καταρράκτης τζουμέρκα, καταρράκτης στα μάτια, καταρράκτης πεντέλης, καταρράκτης στα ουκρανικά, каскад στα ελληνικά
καταρράκτης στα ουκρανικά