οδόφραγμα στα αγγλικά οδόφραγμα στα τσεχική οδόφραγμα στα γερμανικά οδόφραγμα στα δανική οδόφραγμα στα ισπανικά οδόφραγμα στα γαλλικά οδόφραγμα στα ιταλικά οδόφραγμα στα νορβηγικά οδόφραγμα στα ρωσικά οδόφραγμα στα σουηδικά οδόφραγμα στα λευκορωσίας οδόφραγμα στα κροατικά οδόφραγμα στα ουγγρική οδόφραγμα στα πορτογαλικά οδόφραγμα στα ρουμανική οδόφραγμα στα σλοβακική οδόφραγμα στα πολωνική
δεκτικός στα τσεχική άσπλαχνος στα πορτογαλικά γάντι στα γαλλικά πληρώνω στα ισπανικά καταναλωτής στα γερμανικά
καταναλωτής κύπρος γάντι monsuno δεκτικός λόγος πληρώνω γεμίζω