lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδόφραγμα στα σουηδικά

Λέξη:
οδόφραγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά οδόφραγμα, οδόφραγμα της δερύνειας, οδόφραγμα στα αγγλικά, οδόφραγμα λιμνίτη, οδόφραγμα λήδρας, οδόφραγμα λήδρα πάλας, οδόφραγμα στα σουηδικά, barrikad στα ελληνικά
οδόφραγμα στα σουηδικά