στιλβώνω στα αγγλικά στιλβώνω στα τσεχική στιλβώνω στα γερμανικά στιλβώνω στα ισπανικά στιλβώνω στα γαλλικά στιλβώνω στα ιταλικά στιλβώνω στα νορβηγικά στιλβώνω στα ρωσικά στιλβώνω στα σουηδικά στιλβώνω στα λευκορωσίας στιλβώνω στα φινλανδικά στιλβώνω στα ουγγρική στιλβώνω στα πορτογαλικά στιλβώνω στα πολωνική στιλβώνω στα δανική στιλβώνω στα λιθουανική
παρακολούθηση στα πορτογαλικά χαμηλός στα ισπανικά κενός στα τσεχική έμπορος στα γαλλικά στρατιώτης στα ιταλικά