lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στιλβώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
στιλβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
kiillottaa, silittää, tasoittaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά στιλβώνω, στιλβώνω στα φινλανδικά, kiillottaa στα ελληνικά
στιλβώνω στα φινλανδικά