lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στιλβώνω στα σουηδικά

Λέξη:
στιλβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
avjämna, jämna, släta, polera, putsa
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά στιλβώνω, στιλβώνω στα σουηδικά, avjämna στα ελληνικά
στιλβώνω στα σουηδικά