lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φοβισμένος στα ουκρανικά

Λέξη:
φοβισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (13):
баран, барани, боязкий, вівця, вівці, жахливий, мишачий, полохливий, придуркуватий, соромливий, страшний, схвильований, тремтячий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φοβισμένος, φοβισμένος συνώνυμα, φοβισμένος σκύλος, φοβισμένος μεταφραση, φοβισμένος στα ουκρανικά, баран στα ελληνικά
φοβισμένος στα ουκρανικά