lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κεφαλαιοποιώ στα πολωνική

Λέξη:
κεφαλαιοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
kapitalizować, skapitalizować
Σχετικές λέξεις:
πολωνική κεφαλαιοποιώ, κεφαλαιοποιώ στα πολωνική, kapitalizować στα ελληνικά
κεφαλαιοποιώ στα πολωνική