lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έμβολο στα πορτογαλικά

Λέξη:
έμβολο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
acervo, embolo, multidão, pilha, pistão
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έμβολο, υδραυλικό έμβολο, μικρό έμβολο, μεγάλο έμβολο, καφετιέρα έμβολο, ηλεκτρικό έμβολο, έμβολο στα πορτογαλικά, acervo στα ελληνικά
έμβολο στα πορτογαλικά