lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαντώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
απαντώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
contestar, responder, convénio, convir, corresponder, replicar, afiançar, garantir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απαντώ, δεν απαντώ, απαντώ συνώνυμα, απαντώ στα αγγλικα, απαντώ κλίση, απαντώ ετυμολογία, απαντώ στα πορτογαλικά, contestar στα ελληνικά
απαντώ στα πορτογαλικά