lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαγωνιζόμενος στα πορτογαλικά

Λέξη:
διαγωνιζόμενος (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διαγωνιζόμενος, διαγωνιζόμενος στα πορτογαλικά, participante στα ελληνικά
διαγωνιζόμενος στα πορτογαλικά