lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εντατικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
εντατικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (21):
agudo, alto, demasiado, esperto, estrépito, firme, forte, intensivo, intenso, membrudo, poderoso, potente, pujante, rijo, robusto, sólido, toro, torrente, vendaval, vigoroso, violento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά εντατικός, εντατικός συνώνυμα, εντατικός συνωνυμο, εντατικός ορισμός, εντατικός αγγλικά, εντατικός στα πορτογαλικά, agudo στα ελληνικά
εντατικός στα πορτογαλικά