lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικροτώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
επικροτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
aclamar, aplaudir, aprovar, louvar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά επικροτώ, το επικροτώ, επικροτώ συνωνυμα, επικροτώ στα αγγλικα, επικροτώ σημασια, επικροτώ λεξικό, επικροτώ στα πορτογαλικά, aclamar στα ελληνικά
επικροτώ στα πορτογαλικά