θανάσιμος στα αγγλικά θανάσιμος στα τσεχική θανάσιμος στα γερμανικά θανάσιμος στα δανική θανάσιμος στα ισπανικά θανάσιμος στα γαλλικά θανάσιμος στα ιταλικά θανάσιμος στα νορβηγικά θανάσιμος στα ρωσικά θανάσιμος στα λευκορωσίας θανάσιμος στα εσθονική θανάσιμος στα φινλανδικά θανάσιμος στα ουγγρική θανάσιμος στα λιθουανική θανάσιμος στα ουκρανικά θανάσιμος στα πολωνική θανάσιμος στα σουηδικά
ηλικία γάτας κολακεύω συνώνυμο μαθαίνω κιθάρα καταρράκτης ματιών επέμβαση