lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κάτοχος στα πορτογαλικά

Λέξη:
κάτοχος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
capitalista, portador, titular, amo, dono, proprietário
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κάτοχος, κάτοχοσ τίτλου πρώτου κύκλου σπουδών, κάτοχοσ μεταπτυχιακού, κάτοχος τηλεφωνικού αριθμού, κάτοχος διπλώματος οδήγησης, κάτοχος διδακτορικού, κάτοχος στα πορτογαλικά, capitalista στα ελληνικά
κάτοχος στα πορτογαλικά