lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρφίτσα στα πορτογαλικά

Λέξη:
καρφίτσα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
broche, alfinete, pino
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά καρφίτσα, καρφίτσα τσόχα, καρφίτσα της μελίνας μερκούρη, καρφίτσα στα γαλλικά, καρφίτσα στα αγγλικά, καρφίτσα πέτου, καρφίτσα στα πορτογαλικά, broche στα ελληνικά
καρφίτσα στα πορτογαλικά