lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρφίτσα στα τσεχική

Λέξη:
καρφίτσα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
brož, jehlice, špendlík, vlásenka, drátěnka, hrot, rydlo, špice, špička, závlačka
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καρφίτσα, καρφίτσα τσόχα, καρφίτσα της μελίνας μερκούρη, καρφίτσα στα γαλλικά, καρφίτσα στα αγγλικά, καρφίτσα πέτου, καρφίτσα στα τσεχική, brož στα ελληνικά
καρφίτσα στα τσεχική