lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μητέρα στα πορτογαλικά

Λέξη:
μητέρα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
ame, madre, mãe
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μητέρα, μητέρα φάλαινα τυφλή, μητέρα τερέζα, μητέρα παίδων, μητέρα μυρτώς, μητέρα μεγαλόψυχη στίχοι, μητέρα στα πορτογαλικά, ame στα ελληνικά
μητέρα στα πορτογαλικά