lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξύλο στα πορτογαλικά

Λέξη:
ξύλο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
arbóreo, bosque, floresta, furona, lenha, madeira, mata, monte, pau, árgon, árvore
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ξύλο, ξύλο τικ, ξύλο στη βουλή, ξύλο σημύδας, ξύλο οξιάς, ξύλο ονειροκρίτης, ξύλο στα πορτογαλικά, arbóreo στα ελληνικά
ξύλο στα πορτογαλικά