lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλαχτό στα πορτογαλικά

Λέξη:
φυλαχτό (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φυλαχτό, φυλαχτό στα αγγλικα, φυλαχτό ονειροκρίτης, φυλαχτό να τη φυλάει, φυλαχτό μπολάνιο, φυλαχτό μετάφραση, φυλαχτό στα πορτογαλικά, amuleto στα ελληνικά
φυλαχτό στα πορτογαλικά