lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλαχτό στα ρωσικά

Λέξη:
φυλαχτό (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
амулет, талисман
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φυλαχτό, φυλαχτό στα αγγλικα, φυλαχτό ονειροκρίτης, φυλαχτό να τη φυλάει, φυλαχτό μπολάνιο, φυλαχτό μετάφραση, φυλαχτό στα ρωσικά, амулет στα ελληνικά
φυλαχτό στα ρωσικά