lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ποσοστό

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
interest, percent, percentage, proportion
ποσοστό
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
procento
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
prozent, prozente, prozentsatz, prozentzahl, zins, zinsen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
procent, procentdel, procentsats, rente
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
porcentaje, rédito
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pour-cent, pourcentage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
interesse, percentuale
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
prosent, rente
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
процент
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
procent, ränta
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
процент
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
працэнт
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
protsent
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
prosentti
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
posto
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kamat, százalék
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dalis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
juros, percentagem, rédito, taxa
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відсоток, курс, міра, норма, оцінити, оцінювати, потужність, пропорція, процент, процентний, розглядати, розглянути, розцінка, ставка, ступінь, тариф, ціна, швидкість
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
odsetek, procent

Σχετικές λέξεις

ποσοστό ανταπόδοσης τεε, ποσοστό αναπηρίας, ποσοστό ανεργίας 2013, ποσοστό ανεργίας στην ελλάδα 2013, ποσοστό ανεργίας, ποσοστό εργοδοτικών εισφορών, ποσοστό νερού στο σώμα, ποσοστό ανεργίας 2014, ποσοστό παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, ποσοστό λίπους