lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξατμίζομαι στα ρωσικά

Λέξη:
εξατμίζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
выпарить, испарить, отпарировать, парировать, выпаривать, испарять, улетучивать, улетучить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά εξατμίζομαι, εξατμίζομαι στα ρωσικά, выпарить στα ελληνικά
εξατμίζομαι στα ρωσικά