lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρούμπαλο στα ρωσικά

Λέξη:
καρούμπαλο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
горб, желвак, опухоль, выбоина, ухаб, ухабина
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καρούμπαλο, καρούμπαλο στο πόδι, καρούμπαλο στο μέτωπο, καρούμπαλο στο λαιμό, καρούμπαλο στο λάστιχο, καρούμπαλο στο κεφάλι, καρούμπαλο στα ρωσικά, горб στα ελληνικά
καρούμπαλο στα ρωσικά