lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ταράζω στα ρωσικά

Λέξη:
ταράζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
потряхивать, взбалтывать, встряхивать, потрясать, сотрясать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ταράζω, ταράζω τα νερά στα αγγλικά, ταράζω τα νερά, ταράζω συνωνυμα, ταράζω στα ρωσικά, потряхивать στα ελληνικά
ταράζω στα ρωσικά