lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διακόπτης στα σουηδικά

Λέξη:
διακόπτης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
avbrytare, brytare
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά διακόπτης, διακόπτης φορτίου, διακόπτης τριών θέσεων, διακόπτης ρολών, διακόπτης ροής, διακόπτης κομμυτατέρ, διακόπτης στα σουηδικά, avbrytare στα ελληνικά
διακόπτης στα σουηδικά