lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πηδάλιο στα σουηδικά

Λέξη:
πηδάλιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
roder, ror
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πηδάλιο, πρυμναίο πηδάλιο, πηδάλιο της εκκλησίας, πηδάλιο πλοίου, πηδάλιο ορισμός, πηδάλιο κανών θ, πηδάλιο στα σουηδικά, roder στα ελληνικά
πηδάλιο στα σουηδικά