lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συμπόνια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clemency, commiseration, compassion, condolence, mercy, pity, sympathy
συμπόνια
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lítost, milosrdenství, milost, slitování, soucit, soustrast, útrpnost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anteil, mitgefühl, mitleid
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
medfølelse, medlidenhed, medynk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
clemencia, compasión, condolencia, conmiseración, lástima, misericordia, piedad, pésame
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
apitoiement, commisération, compassion, condoléance, maupiteux, miséricorde, pitié, quartier
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
compassione, condoglianza, misericordia, pena, pietà
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
medfølelse, medlidenhet, medynk, pardong
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жалость, милость, сострадание
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
medkänsla, medlidande, pardon, ömkan
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mëshirë
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
жаль, спачуванне
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
halastus, kaastunne
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
armahtavaisuus, armo, sääli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
milosrđe
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
együttérzés, könyörületesség, részvét, sajnálat, szánalom
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
gailestis, užuojauta
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
clemência, compaixão, lástima, piedade
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
milă
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
milost
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
súcit
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жалість, каяття, кишка, милосердя, симпатія, співчуття
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
litość, współczucie

Σχετικές λέξεις

συμπόνια λεξικό, συμπόνια τουρκικη σειρα, συμπόνια συνώνυμα, συμπόνια ετυμολογία, συμπόνια συνώνυμο, συμπόνια και στοργή στη χρυσή αυγή, συμπόνια ή συμπόνια, συμπόνια βιβλιο, συμπόνια κανενός, συμπόνια και την κοινωνική συμβίωση