lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακαλώ στα τσεχική

Λέξη:
ανακαλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
anulovat, odvolat, stornovat, zrušit, potlačit, rušit, vyvrátit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανακαλώ, ανακαλώ συνώνυμο, ανακαλώ συνώνυμα, ανακαλώ στη μνήμη, ανακαλώ στα αγγλικά, ανακαλώ λεξικό, ανακαλώ στα τσεχική, anulovat στα ελληνικά
ανακαλώ στα τσεχική