lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποδυναμώνω στα τσεχική

Λέξη:
αποδυναμώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
kazit, mírnit, ochablý, oslabit, oslabovat, rušit, tlumit, vysílit, vyčerpat, zeslabit, zkazit, zmenšit, zmenšovat, zmírnit, zmírňovat, zrušit, zženštit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αποδυναμώνω, αποδυναμώνω συνώνυμο, αποδυναμώνω συνώνυμα, αποδυναμώνω αντωνυμο, αποδυναμώνω στα τσεχική, kazit στα ελληνικά
αποδυναμώνω στα τσεχική