lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καυτός στα τσεχική

Λέξη:
καυτός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (37):
bodavý, břitkost, břitký, chtivý, drsný, dráždivý, hrotitý, hrubý, jízlivý, kousavý, krutý, kyselý, křehký, nepříjemný, nevlídný, ostrý, ostří, palčivý, peprný, pichlavý, pikantní, probíjející, pronikavý, prudký, pálivý, přísný, silný, strohý, stručný, trpký, tuhý, uštěpačný, výrazný, zahrocený, špičatý, štiplavý, štípavý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καυτός, καυτόσ πάγοσ, καυτός χορός της κατερίνας στικούδη με την ευαγγελία αραβανή, καυτός συνώνυμα, καυτός ορίζοντας, καυτός στα τσεχική, bodavý στα ελληνικά
καυτός στα τσεχική