lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μιλώ στα τσεχική

Λέξη:
μιλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (29):
brebentit, hovořit, kecat, klevetit, klábosit, konverzovat, mluvení, mluvit, odříkávat, oslovit, plácat, povídat, povědět, pravit, promluvit, přednášet, rozhovor, tlachat, vyjadřovat, vymluvit, vyprávět, vyslovit, vyzradit, vyřknout, říci, říkat, švitořit, žvanit, žvatlat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μιλώ, μιλώ σου με τα μάτια μου κι αυτό νομίζω φτάνει, μιλώ σου με τα μάτια μου, μιλώ μιλώ στίχοι, μιλώ μιλώ, μιλώ με τα βουνά, μιλώ στα τσεχική, brebentit στα ελληνικά
μιλώ στα τσεχική